Παιδιά και βία. Μια άλλη οπτική.

 

Γράφει ο Βασίλης Γούσης, Εργοθεραπευτής, επιστημονικός συνεργάτης Κιβωτού Εξέλιξης.

Πριν μερικά χρόνια χρόνια ο πρόεδρος της Αμερικής Μπίλ Κλίντον ανέφερε σε μια συνέντευξή του πώς απευαισθητοποιούνται τα παιδιά απέναντι στη βία και τις συνέπειές της λόγω της τηλεόρασης ή των βιντεοπαιχνιδιών. Έλεγε, λοιπόν πως, μέχρι την ηλικία των δεκαοχτώ ετών ένα παιδί έχει παρακολουθήσει περίπου 200.000 δραματοποιημένες πράξεις βίας και περίπου 40.000 δραματοποιημένους φόνους. Τα παιδιά γοητεύονται από όλα αυτά και καταλήγουν να αδιαφορούν για τις συνέπειες της βίας. Όσο πιο πολύ εκθέτονται στη βία τόσο περισσότερο κάποια παιδιά την αναζητούν. Αρκεί να δει κανείς ότι ολοένα και πιο πολλά παιχνίδια αφορούν  τη βία. Όταν ενήλικοι , με τις διανοητικές λειτουργίες τους πλήρως ανεπτυγμένες, με τις ικανότητές τους για ανάλυση και αξιολόγηση σε πλήρη ακμή, και με λεκτικές δεξιότητες αρκετά ικανοποιητικές ώστε να εκφράσουν τα συναισθήματα που τους προκαλούν φρικιαστικές σκηνές, φτάνουν να ενοχλούνται βαθιά από τη βία της οθόνης, εύκολα μπορούμε να φανταστούμε πόσο η βία επηρεάζει  και δηλητηριάζει τα παιδιά και τους εφήβους όπου είναι ακόμα σε στάδιο ανάπτυξης και ωρίμανσης.

Σε πάρα πολλές μελέτες που έχουν γίνει στην Αμερική τις τελευταίες δεκαετίες ανακαλύφθηκαν τρεις βασικές αρνητικές επιπτώσεις από την έκθεση στη βία της οθόνης: αυξημένη επιθετικότητα, αυξημένος φόβος και απευαισθητοποίηση απέναντι στην πραγματική βία και στη βία της οθόνης.

Η  πιο άμεση επίπτωση της βίας της οθόνης είναι ότι μεταβάλλει και το χαρακτήρα και την συμπεριφορά των παιδιών, τα κάνει πιο επιθετικά. Παρατηρήσεις γονιών και δασκάλων αναφέρουν αυξανόμενη ένταση στους καβγάδες. Τα λόγια γρήγορα μετατρέπονται σε σπρωξιές, οι σπρωξιές σε μπουνιές, με την κατάσταση να γίνεται όλο και χειρότερη από ότι θα έμοιαζε φυσιολογικό.

Μια άλλη επίπτωση της βίας της οθόνης στα παιδιά, αλλά και στους ενηλίκους, είναι ότι απευαισθητοποιούνται σε θέματα πραγματικής βίας. Το άτομο πωρώνεται απέναντι στην αγριότητα, μια συμπεριφορά του τύπου « και  λοιπόν» αρχίζει να μπαίνει σε πλαίσιο μέσα στο οποίο παρακολουθούνται οι φρικιαστικές σκηνές. Σταδιακά, η βία δικαιώνεται όλο και περισσότερο στη συνείδηση αυτών των ατόμων. Εικόνες που παρουσιάζουν τη βία σαν κάτι «αδιάφορο», ενισχύουν μια στάση απαξίωσης και αποδυναμώνουν τα αισθήματα συμπάθειας, συμπόνιας ή κατανόησης για τον πόνο των συνανθρώπων μας. Η βία δεν εκδηλώνεται αποκλειστικά μέσω της επιθετικότητας του δράστη, αλλά και από την απροθυμία των άλλων να βοηθήσουν το θύμα.

Το τρίτο σύμπτωμα της βίας ως μορφής ψυχαγωγίας είναι ο αυξημένος φόβος στην κοινωνία. Η συνεχής τροφοδότηση με βίαια σκηνικά κάνει τους ανθρώπους πιο δύσπιστους και διογκώνει τις απειλές βίας πέρα από την πραγματική τους διάσταση. Εφιάλτες και πολύωρα επεισόδια ανήσυχης συμπεριφοράς παρατηρούνται συχνά σε παιδιά που εκτέθηκαν στη βία μιας τηλεοπτικής σειράς ή μιας ταινίας. Αυτά τα προγράμματα και οι ταινίες έχουν άμεσες αλλά και μακροπρόθεσμες συνέπειες στα παιδιά. Στις άμεσες περιλαμβάνονται έντονος φόβος, κλάματα, συμπεριφορές προσκόλλησης και στομαχόπονοι. Οι μακροπρόθεσμες ποικίλλουν: εφιάλτες και ανήσυχος ύπνος, φόβος του παιδιού ότι θα πληγωθεί ή θα σκοτωθεί, αντιπάθεια προς κάποιο συγκεκριμένο ζώο.

Παρακολουθώντας βία, παιδιά και ενήλικοι μπορεί να φτάσουν να βλέπουν τον κόσμο πιο επικίνδυνο απ’ ότι είναι στην πραγματικότητα και να ενεργούν με βάση αυτή την παρανόηση. Ο Τζορτζ Γκέρμπνερ  ερευνητής του πανεπιστημίου Τέμπλ, μελετά πάνω από είκοσι χρόνια  το περιεχόμενο της τηλεοπτικής βίας και τις επιπτώσεις της στα παιδιά και ενηλίκους. Κατέληξε στη δημοσίευση μιας ογκώδους εργασίας που έδειχνε πως η συστηματική παρακολούθηση βίαιων προγραμμάτων ωθούσε τα παιδιά και τους ενηλίκους, να θεωρούν τον κόσμο και τους άλλους ανθρώπους πολύ πιο επικίνδυνους από ότι είναι. Ονόμασε αυτή την επίπτωση « το σύνδρομο του σκληρού κόσμου».

Και πώς εθίζονται, λοιπόν, τα παιδιά από την βία της οθόνης; Ο πρώτος παράγοντας λέγεται περιβάλλον. «Το περιβάλλον διδάσκει» ακούμε διάφορους εκπαιδευτικούς να μας λένε. Παιδιά  προσχολικής ηλικίας που παρακολουθούν 2 ώρες  καρτούν την ημέρα, εκτίθενται σε χιλιάδες σκηνές βίας κάθε χρόνο. Οι πράξεις βίας στη τηλεόραση πραγματοποιούνται από χαρακτήρες προικισμένους με χαρίσματα που τους  αναγορεύουν σε πρότυπα για τα παιδιά. Μέχρι τα δεκαοχτώ ένα παιδί έχει παρακολουθήσει  εκατοντάδες χιλιάδες σκηνές βίας και περίπου σαράντα χιλιάδες φόνους. Εύκολα μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι τα παιδιά μαθαίνουν από την οθόνη βία και φόνους.

Δεύτερος παράγοντας του εθισμού είναι η μίμηση και η ταύτιση. Τα παιδιά γεννιούνται με μια έμφυτη ικανότητα και επιθυμία να μιμηθούν τα φερσίματα των μεγάλων. Πλέον, γνωρίζουμε ότι μωρά δεκατεσσάρων μηνών παρατηρούν και ενσωματώνουν συμπεριφορές που βλέπουν στην τηλεόραση. Συναισθηματικά φορτισμένες εικόνες τραβούν και αιχμαλωτίζουν την προσοχή των παιδιών πολύ πιο αποτελεσματικά από τα εκπαιδευτικά προγράμματα. Και επειδή απορροφούν αχόρταγα την έξαψη και το πάθος μιας σκηνής που προβάλλεται, αυτή η δραματοποιημένη βία καταγράφεται πολύ πιο εύκολα στη μνήμη και τις γνώσεις ενός οχτάχρονου ή εννιάχρονου παιδιού. Μιμούνται τα πάντα ακόμα και συμπεριφορές που οι  ενήλικοι θα θεωρούσαν καταστροφικές και αντικοινωνικές. Ο εγκέφαλός τους δεν  επιτρέπει ακόμα ανάλυση, εκτίμηση ή ηθική κρίση, είναι αναπτυξιακώς ανίκανα να διακρίνουν τις διαφορές ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα. Αν μπορούσαν να το κάνουν τότε δεν θα πίστευαν στον Αη-Βασίλη ή στις νεράιδες.

Μετά την μίμηση έρχεται η ταύτιση. Στην αρχή η μάθηση  προωθείται μέσω της μίμησης και στη συνέχεια ύστερα από επαναλήψεις πολλές δίνει τη θέση της στην ταύτιση. Καθώς τα παιδιά αναπαράγουν τη βία στα μιμητικά παιχνίδια τους μαθαίνουν να ταυτίζουν τους εαυτούς με τους εκφραστές αυτής της βίας. Αυτά τα παιδιά με προδιάθεση για βία αντιμετωπίζουν συνήθως προβλήματα μάθησης και συμπεριφοράς και χαρακτηρίζονται δύσκολα από γονείς και δασκάλους. Είναι οι «νταήδες» του σχολείου  από τις πρώτες κιόλας μέρες της σχολικής τους σταδιοδρομίας.

Τρίτος παράγοντας είναι η αναστάτωση και η σύγχυση του παιδικού μυαλού. Ο εγκέφαλος ενός βίαιου ανθρώπου διαφέρει από αυτόν του μη βίαιου. Βίαια ή επιθετικά άτομα εμφανίζουν ελαττωμένη δραστηριότητα του προμετωπιαίου λοβού, με συνέπεια διαταραγμένη σκέψη και προβλήματα στον αριστερό κροταφικό λοβό που οδηγούν σε γρήγορη «ανάφλεξη». Ο παιδικός εγκέφαλος δεν είναι «μίνι έκδοση» του εγκεφάλου ενός ενηλίκου. Στο στάδιο της δημιουργίας των συνάψεων, που επιτρέπει την καλύτερη δυνατή ανάπτυξή του, ο εγκέφαλος παραμένει εξαιρετικά ευάλωτος στις διεγέρσεις που δέχεται από το  περιβάλλον. Μειωμένες δόσεις κατάλληλων διεγέρσεων, σε συνδυασμό με ακατάλληλες διεγέρσεις σε ακατάλληλες στιγμές μπορούν να προκαλέσουν ανεπανόρθωτη ζημιά, και εννοώ αμέτρητες ώρες μπροστά από μια οθόνη που δείχνει συνεχώς σκηνές βίας. Παιδιά που παρακολουθούν για περισσότερο από 4 ώρες τηλεόρασης την ημέρα δεν προσλαμβάνουν αρκετή σωματική κίνηση, απτικές επαφές, τρισδιάστατες εικόνες, πρακτικές επίλυσης προβλημάτων, ή ευκαιρίες για λεκτική έκφραση και ανάπτυξη δεξιοτήτων- που θα τα εξασφάλιζε με λιγότερες ώρες μπροστά από μια τηλεόραση και περισσότερες ώρες παιχνιδιού. Οι δραστηριότητες που περιλαμβάνει το παιχνίδι είναι ζωτικής σημασίας. Χωρίς αυτές, ο φλοιός, που περιλαμβάνει τον προμετωπιαίο λοβό, ο οποίος ενεργεί και ως ανασχετικός διακόπτης της αυθόρμητης συμπεριφοράς σε υγιείς και ώριμους ενηλίκους δεν μπορεί να αναπτυχθεί ικανοποιητικά.

Οι γονείς και μπορούν και πρέπει να αναλάβουν δράση. Αρχικά, ο χρόνος που περνά μπροστά από μια οθόνη ένα παιδί πρέπει να μειωθεί και καθώς περνάει ο καιρός να μειώνεται όλο και πιο πολύ. Για να το πετύχει κάποιος αυτό πρέπει να βεβαιωθεί ότι το παιδί του έχει τελειώσει με το διάβασμα και το γράψιμο που έχει για την επόμενη μέρα, χρήση χρονομέτρου για το πότε αρχίζει και πότε τελειώνει η απασχόλησή του με την τηλεόραση ή τον υπολογιστή, εβδομαδιαίο πρόγραμμα για το πότε θα μπορεί να παρακολουθεί τηλεόραση ή να παίξει στον υπολογιστή. Επίσης, θα πρέπει να φύγει από το παιδικό δωμάτιο η τηλεόραση το συντομότερο δυνατό και αν είναι δυνατό και το κομπιούτερ ή να μπουν περιορισμοί στη χρήση του.

Χτίστε λεκτικές και αναγνωστικές δεξιότητες. Προτρέψτε τα παιδιά να γράφουν και να διαβάζουν. Ένα καλό-ανεπτυγμένο λεκτικό σύστημα εξασφαλίζει καλο-αναπτυγμένη λειτουργία του εγκεφάλου. Έτσι ο προμετωπιαίος λοβός που είναι τόσο σημαντικός όπως αναφέρθηκε πιο πριν βοηθά τα παιδιά να δείχνουν μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση.

Επιλέξτε πιο αργόρυθμη, ποιοτική ψυχαγωγία για τα παιδιά. Προγράμματα ή ταινίες που κυλούν σε πιο αργό ρυθμό και απαιτούν κάποια σκέψη. Αν οι εικόνες εναλλάσσονται κάθε 2-3 δευτερόλεπτα τότε ο ρυθμός είναι υπερβολικά ταχύς. Με εικόνες με πιο αργό ρυθμό τα παιδιά προλαβαίνουν να  «χωνέψουν» ό,τι βλέπουν και θα συνηθίσουν να παρεμβάλλουν τη σκέψη σε όσα παρακολουθούν αντί απλώς να αντιδρούν ασυναίσθητα.

Η πίεση των συνομηλίκων της παρέας είναι ίσως το πιο δύσκολο εμπόδιο. Για κάποια παιδιά θα φανεί σαν να είναι ο χαζός της παρέας. Τα επηρεάζει πολύ και νοιάζονται για την γνώμη των άλλων. Για αυτό είναι σημαντικό να τους διδαχθεί από όλους όσοι ασχολούνται με τα παιδιά να μην δίνουν σημασία για τη γνώμη που έχουν οι φίλοι τους, ώστε να τους επιτρέπουν να ελέγχουν τα γούστα τους και πώς θα διαθέσουν το χρόνο τους.

Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει να γίνει κάποιος βίαιος όσα μέτρα και να πάρει κανείς. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν κάποιον να γίνει βίαιος ή επιθετικός, ας μην είναι η τηλεόραση και τα βίαια παιχνίδια ένας από αυτούς…

Το άρθρο είναι βασισμένο σε αναφορές και στοιχεία από το βιβλίο του Ντέιβ Γκρόσμαν και της Γκλόρια ντε Γκαετάνο ‘Κάποιοι μαθαίνουν τα παιδιά μας να σκοτώνουν. Πώς και γιατί;’

Ετικέτες: , ,